Του Βασίλη Μηνακάκη*
Ήρθε η στιγμή, να σκεφτούμε ως εργαζόμενοι πώς πρέπει να σταθούμε απέναντι στην ΕΕ. Με βάση την πραγματικότητα ή στρουθοκαμηλίζοντας; Σύγχρονα ή με βάση δογματικές αγκυλώσεις; Με πραγματικό διεθνισμό ή με την καρικατούρα του; Από την σκοπιά του «έθνους των εργαζομένων» και του δικαιώματος για επιβολή της λαϊκής θέλησης και κυριαρχίας ή με βάση μια γενική και αόριστη επίκληση μιας πατρίδας, που διά στόματος του προέδρου του ΣΕΒ θεωρεί αδιαπραγμάτευτη τη συμμετοχή στην ΕΕ και το ευρώ;Από πού πρέπει να ξεκινήσουμε; Προφανώς από την πραγματικότητα που λέει ότι η τριαντάχρονη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ και η δεκάχρονη συμμετοχή στο ευρώ υπήρξε σημαντικότατος παράγοντας για την παροξυσμό της κρίσης.
Αποφασιστικότατο εργαλείο της άνευ προηγουμένου επίθεσης στα λαϊκά δικαιώματα στο όνομα της αντιμετώπισης της «κρίσης χρέους». Η ΕΕ, που συμμετέχει με δύο θεσμούς της στην τρόικα, πίεσε και πιέζει συχνά για μέτρα ακόμη πιο αντιδραστικά και από το ΔΝΤ. Αυτό πλέον γίνεται όλο και περισσότερο συνείδηση - εξ ου και η μεταστροφή της γνώμης του λαού απέναντι στην ΕΕ, με τις αρνητικές τοποθετήσεις να «παίρνουν κεφάλι» τελευταία.Ζητούμενο πρώτο, ασφαλώς, είναι να εμπλουτιστεί η διευρυνόμενη αντιΕΕ «μέση συνείδηση», με αποκαλύψεις σχετικά με το πώς η συμμετοχή στην ΕΕ και το ευρώ εξακόντισε το χρέος, τσάκισε τα εργατικά δικαιώματα, υπονόμευσε την αγροτική παραγωγή, έκλεισε τους ορίζοντες της νεολαίας και στήριξε το ρατσισμό, τους πολέμους και τις ‘’δημοκρατίες’’ τύπου Μπεν Άλι. Με αποκαλύψεις για το πόσο «σωτήρια» είναι η «σωτηρία μας» από την ΕΕ – σωτήρια για τον ΣΕΒ, τις πολυεθνικές, τις τράπεζες αλλά ολέθρια για τα δικαιώματα και τη δυνατότητα του λαού να ορίζει τις τύχες του στον τόπο του.Υπάρχει, συνεπώς, θέμα ΕΕ για το κίνημα, για τους καθημερινούς του αγώνες (κι όχι μόνο ή κυρίως για την Αριστερά) και είναι άμεσο, καθημερινό. Πώς θα ανταποκριθούμε σε αυτή την πρόκληση; Μια λογική θα ήταν να καταγγείλουμε απλώς την ΕΕ, αλλά να θεωρήσουμε ότι η πάλη για αποδέσμευση από αυτή δεν είναι του σήμερα, αλλά καθήκον που θα επιλυθεί μόνο στα πλαίσια μιας «λαϊκής εξουσίας» (αυτό κάνει λαθεμένα το ΚΚΕ). Μια άλλη λογική θα ήταν να καταγγείλουμε τις αντιλαϊκές πολιτικές, την κυβέρνηση και το ΔΝΤ μόνο, και να θεωρήσουμε ότι η «ΕΕ είναι όπλο για την αντιμετώπιση της κρίσης» ή ότι η πάλη κατά της ΕΕ δεν είναι του παρόντος, αν τεθεί θα δούμε τι θα κάνουμε, το πολύ πολύ να διεκδικήσουμε κυριαρχία της πολιτικής επί των αγορών, των προοδευτικών έναντι των νεοφιλελεύθερων κ.λπ. Παραλλαγές αυτών των λογικών προβάλλονται στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ.Ανάγκη της λαϊκής πάλης, ωστόσο, και «συντονισμός» με το πνεύμα των πλατειών που απαιτούσαν «να φύγουν όλοι, κυβέρνηση, ΔΝΤ, τρόικα, ΕΕ» δεν είναι καμιά από αυτές τις λογικές. Αποτελεί σήμερα ανάγκη, μια λογική που θα θέτει την πάλη κατά της ΕΕ στον παρόντα χρόνο, καθώς δεν μπορεί να υπάρξει πραγματικός αγώνας για την ανατροπή των σφαγιαστικών μέτρων χωρίς αυτός να στρέφεται κατά της ΕΕ. Ακόμη και η παραμικρή διεκδίκηση για αυξήσεις, σταθερή δουλειά, καλύτερη σύνταξη, μη συγχώνευση σχολείων και νοσοκομείων, προσκρούει αυτόματα με την ΕΕ ως θεσμό. Θα ανταποκριθεί, λοιπόν, το κίνημα σε αυτή την πρόκληση; Θα θέσει θέμα συνολικής ρήξης και απεγκλωβισμού από την ΕΕ τώρα ή όχι;Μήπως, όμως, θέτοντας έτσι το ζήτημα διασπούμε την Αριστερά και το κίνημα και υψώνουμε άκαιρες διαχωριστικές γραμμές εκεί που προέχει η ενότητα; Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Κριτήριό μας είναι πάνω από όλα η ενότητα του εργαζόμενου κόσμου στην πάλη για τις ανάγκες του, η συστράτευση των λαϊκών ριζοσπαστικών δυνάμεων πάνω στις διαχωριστικές γραμμές που θέτει η ζωή. Αυτό που πραγματικά ενώνει και μπορεί να διαμορφώσει τις ευρύτερες δυνατές πλειοψηφίες, είναι μια γραμμή που ανταποκρίνεται στις σύγχρονες εργατικές ανάγκες και τέτοια είναι μόνο μια στάση συνολικής ρήξης με την ΕΕ και απεγκλωβισμού από το «σιδερένιο κλουβί» της. Αντίθετα, οι γραμμές που παραπέμπουν τη συνολική ρήξη με την ΕΕ στο μέλλον ή -πολύ περισσότερο- δεν θεωρούν ότι υπάρχει τέτοια ανάγκη, αποδυναμώνουν το λαϊκό κίνημα. Αφήνουν τους εργαζόμενους αιχμάλωτους Στην κυβερνητική προπαγάνδα ή και την ακροδεξιά δημαγωγία. Οι αντιλήψεις που επιμένουν δογματικά σε αυτές τις γραμμές διασπούν και το κίνημα και την Αριστερά. Το κυριότερο ωστόσο είναι ότι απομονώνουν την Αριστερά από τον κοινωνικό σκοπό για τον οποίο υπάρχει, που είναι η έκφραση των λαϊκών συμφερόντων.Ας μη γελιόμαστε, όμως. Τον κόσμο, τις πλατείες, τους απεργούς τους απασχολούν κι άλλα δύο καίρια ζητήματα: Ωραία, και πες πως φεύγουμε από την ΕΕ, λύθηκαν τα προβλήματα; Μπορούμε να σταθούμε μόνοι μας; Ούτε αυτά τα ερωτήματα μπορούμε να τα παρακάμψουμε ή να θεωρήσουμε ότι αφορούν το αύριο. Είτε το θέλουμε είτε όχι, αφορούν το κίνημα στο σύνολό του, το αφορούν τώρα και καθορίζουν τη στάση των αγωνιζόμενων σήμερα.Οφείλουμε, να μη φοβηθούμε τη συζήτηση για τη σχέση της πάλης κατά της ΕΕ με την πάλη κατά του συστήματος της εκμετάλλευσης, των αγορών και των πολέμων, με την πάλη δηλαδή για την αντικαπιταλιστική επανάσταση και την εργατική εξουσία. Θαρρετά να πούμε ότι δεν ταυτίζονται μηχανιστικά, αλλά και δεν αποσυνδέονται. Αντίθετα, ειδικά στην περίπτωση μιας χώρας που συμμετέχει ήδη στην ευρωζώνη και την ΕΕ -όπως η Ελλάδα- και αποχωρεί από αυτήν με πρωτοβουλία του λαϊκού κινήματος, η διεκδίκηση του δημοκρατικού δικαιώματος του λαού να καθορίζει στο εθνικό πεδίο τις τύχες της χώρας, της οικονομίας και της κοινωνίας, συνδέεται στενά (όχι φυσικά με κάποιο αυτοματισμό), με την διεκδίκηση μιας άλλης πορείας και μιας επαναστατικής τομής έξω από τον καπιταλισμό. Η συνολική ρήξη και η έξοδος από την ΕΕ μιας χώρας μέλους, την οποία διεκδικούμε εδώ και τώρα για την Ελλάδα, μπορεί να οδηγήσει σε αποφασιστικές αναμετρήσεις που θα θέσουν τέλος στο σύστημα της εκμετάλλευσης στην Ελλάδα, αλλά ενδεχομένως και στην ίδια την ΕΕ, στο πλαίσιο αλυσιδωτών εξελίξεων. Φυσικά, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει, η επαναστατική διαδικασία να ξεδιπλωθεί με άλλη αφετηρία και ένα από τα πρώτα ζητήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει να είναι η αποδέσμευση από την ΕΕ.Αλλά και τη συζήτηση για το τι θα κάνει «μια Ελλάδα μόνη», δεν πρέπει να τη φοβηθούμε. Γιατί αυτή η Ελλάδα δεν θα είναι μόνη. Θα έχει μαζί της τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων της και όλων των εργαζομένων του πλανήτη που αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους και την κοινωνική χειραφέτηση, καθώς και τις παραγωγικές δυνατότητες που καταστρέφουν η συμμετοχή στην ΕΕ και ο καπιταλισμός. Γιατί, γι' αυτή την Ελλάδα, ο διεθνισμός δεν θα περνάει υποχρεωτικά μέσα από τις δομές της ΕΕ. Θα είναι ένας αντικαπιταλιστικός και αντιΕΕ διεθνισμός, που θα συναντιέται με την Ταχρίρ και το Ουισκόνσιν, με κάθε εξεγερτικό και αγωνιστικό λαϊκό σκίρτημα όπου γης. Γιατί, γι' αυτή την Ελλάδα, η έξοδος από την ΕΕ θα «πηγαίνει» πακέτο με τη μείωση της εκμετάλλευσης και την αλλαγή της σχέσης μισθών-κερδών. Η φορολογία του κεφαλαίου, η διαγραφή του χρέους, η εθνικοποίηση των τραπεζών, το γενικότερο πλαίσιο στόχων πάλης που προβάλλει η αντικαπιταλιστική αριστερά, δεν συγκροτούν κάποια -ανέφικτη άλλωστε- ενδιάμεση πολιτική λύση και πρόταση διακυβέρνησης, αλλά εκείνη μια αναγκαία βάση που ανταποκρίνεται στις λαϊκές ανάγκες και κοντράρει τη βασική στρατηγική του αντιπάλου. Ικανή να αλλάζει στην πράξη τους συσχετισμούς υπέρ της εργασίας και να φέρνει πιο κοντά τους «κοινωνικούς σπασμούς» κυοφορίας μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση, με εργατικής εξουσία και δημοκρατία.
(*Δημοσιεύτηκε στο ΠΡΙΝ στις 31/7/2011)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.