Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2014

Τοποθέτηση του Βουλευτή Αττικής του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργου Πάντζα στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής για το θέμα της Οπαδικής Βίας


Όλοι γνωρίζουμε ότι το θέμα της οπαδικής βίας αποτελεί ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί. Ιδιαίτερα αυτή τη εποχή που σημαδεύεται από τις κοινωνικές αντιθέσεις και τους αυτοματισμούς, που δημιούργησε η κρίση και οι μνημονιακές πολιτικές.
Είναι βέβαιο ότι η οπαδική βία έχει πολλά χαρακτηριστικά, ανάλογα με τη σκοπιά που ο καθένας προσεγγίζει το πρόβλημα. Ωστόσο, αποτελεί µέρος της γενικότερης βίας που αναπτύσσεται στην κοινωνία μας. Τη βία, που έχει  πολιτικά και οικονομικά χαρακτηριστικά και διαμορφώνει ιδεολογίες, στάσεις ζωής και συμπεριφορές.


Σήμερα, μεγαλοεπιχειρηματίες, φασιστικές πολιτικές δυνάμεις, επενδύουν στην εξαθλίωση, τη φτώχια, την ανέχεια, και το φόβο, προκειμένου στις πλάτες ενός αθλητικού συλλόγου, να περάσουν τα οικονομικά και πολιτικά τους συμφέροντα.

Άρα λοιπόν, η οπαδική βία είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που για να αντιμετωπιστεί, απαιτεί την εμπλοκή σχεδόν όλων των τομέων ενός οργανωμένου κράτους δικαίου.  

Κατ’ αυτήν την έννοια νομίζω, ότι θα ήταν χρήσιμο στη σημερινή συνεδρίαση, να ήταν παρόντες και εκπρόσωποι των υπουργείων, που έχουν συναρμοδιότητα στην αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου.

Μιλάτε για συναίνεση και συνεργασία στο θέμα αυτό. Καμία αντίρρηση. Αλλά σε ποια βάση; Πάνω σε ποιο πεδίο;

Ενάμιση χρόνο τώρα εξαγγέλλεται ο νέος νόμος πλαίσιο για τον Αθλητισμό, και η μόνη πληροφόρηση που υπάρχει είναι από δημοσιεύματα.

Μόνο που σας πρόλαβε το τραγικό γεγονός της Κρήτης. Έρχεστε λοιπόν σήμερα, να ενημερώσετε την επιτροπή για τα μέτρα που ΘΑ λάβετε.

Δεν είδα όμως καμία αντίδραση από την πολιτεία, όταν οργανωμένοι στρατοί, τακτικά, δίνουν ραντεβού θανάτου. Ούτε προεκλογικά, στις πρόσφατες περιφερειακές εκλογές, όταν ακούγονταν άθλια συνθήματα σε γήπεδα προς τη σημερινή Περιφερειάρχη Ρένα Δούρου. Όταν οργανωμένοι στρατοί συγκεκριμένης ομάδας, επιχείρησαν να διαλύσουν και να τραμπουκίσουν οργανωμένες και δημοκρατικές συζητήσεις, της τοπικής κοινωνίας της Νέας Φιλαδέλφειας. Τότε δεν κάνατε τίποτα. Δεν βγάλατε καμία ανακοίνωση.

Κύριε Υπουργέ.

Το θέμα της οπαδικής βίας, είναι απόρροια των πολιτικών των δύο κομμάτων που κυβέρνησαν τoν τόπο. Πολιτικές, που γέννησαν αντιθέσεις και ανισότητες. Όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών στην Ελλάδα, έχουν αφήσει τα ίχνη της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας τους στον τομέα του αθλητισμού, ενισχύοντας ένα σκληρό σύστημα πελατειακών σχέσεων και ενσωματώνοντας ουσιαστικά τον αθλητισμό, στο σύστημα της πολιτικοοικονομικής διαπλοκής. Η πλήρης εμπορευματοποίηση του αθλητισμού, μέσα από μια ιδιότυπη συναντίληψη για το ρόλο του κράτους και των ιδιωτικών επενδύσεων, έχει υποβαθμίσει την αξία του ερασιτεχνικού και του μαζικού αθλητισμού.

Το διαπλεκόμενο τρίγωνο «πολιτικό σύστημα – επαγγελματικό ποδόσφαιρο – αθλητικά ΜΜΕ», παρά την ηθική και οικονομική κρίση στη οποία έχει περιέλθει, συνεχίζει να «αλληλοεξυπηρετείται». Εδώ και τριάντα χρόνια, οι πολιτικές ηγεσίες στον αθλητισμό, συντηρούν ένα καθεστώς επαγγελματικού αθλητισμού σε σήψη, η λειτουργία του οποίου στα όρια της νομιμότητας ή εκτός αυτής, έχει πλέον γίνει κανόνας. Με την επίκληση του λεγόμενου «αυτοδιοίκητου», το σύστημα αυτό συνεχίζει να αυθαιρετεί, να διαχειρίζεται ανεξέλεγκτα και αδιαφανώς το δημόσιο χρήμα και να απομυζά δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, από τον ελληνικό λαό και τον ερασιτεχνικό αθλητισμό.
Οι κυβερνήσεις όλων των προηγούμενων ετών, άνοιξαν με προκλητικό τρόπο τα ταμεία του κράτους και κατασπατάλησαν δημόσιο χρήμα, για την σωτηρία των αθλητικών ιδιωτικών εταιρειών. Ιδιωτικές εταιρείες είτε χρεοκοπημένες είτε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, που έχουν συσσωρεύσει χρέη εκατομμυρίων ευρώ προς το Ελληνικό δημόσιο. Χρέη που δε μπορούν να εισπραχθούν, εξαιτίας της προαναφερθείσας όσμωσης του πολιτικού συστήματος με αυτές, καθώς και της ουσιαστικής απουσίας πολιτικής βούλησης, ακόμα και σε περίοδο ασφυκτικής κρίσης.

Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την χειραγώγηση αγώνων, το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, τον ανύπαρκτο έλεγχο ντόπινγκ, την εκτροφή παρακρατικών μηχανισμών, δηλητηρίασαν και συνεχίζουν να δηλητηριάζουν την  ελληνική κοινωνία και την νεολαία μας, με αποτέλεσμα να έχουμε φαινόμενα βίας. Φαινόμενα τα οποία δεν αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά, παρόλο που τα τελευταία χρόνια οι διαδοχικές πολιτικές ηγεσίες θέσπισαν δρακόντειους νόμους, για την αντιμετώπιση της βίας που εκδηλώνεται στο περιθώριο των αθλητικών διοργανώσεων.

Το αυστηρότατο θεσμικό πλαίσιο, δεν οδήγησε στην εξάλειψη των επεισοδίων στις εξέδρες των ελληνικών γηπέδων, ούτε βέβαια και έξω από αυτές. Ο τελευταίος σχετικός νόμος 4049/2012, μεταξύ άλλων, αυστηροποίησε τις ποινές που προβλέπονται από τον ποινικό κώδικα για τις παραβατικές συμπεριφορές εντός γηπέδου, θεσμοθέτησε τις βιντεοσκοπήσεις των πολιτών που πηγαίνουν στα ελληνικά γήπεδα, κατήργησε τις μετακινήσεις φιλάθλων ομάδων, ενώ έδωσε το δικαίωμα σε ιδιωτικές εταιρίες φύλαξης να επεμβαίνουν, με αυξημένες αρμοδιότητες, σε μια σειρά από περιστάσεις. Ο νόμος αυτός όχι μόνο δεν κατάφερε να περιορίσει την βία αλλά αντίθετα, υποβάθμισε σημαντικά τις ελευθερίες των πολιτών που επισκέπτονται χώρους αθλητικών αγώνων.

Τα «ραντεβού θανάτου» μεταξύ οπαδών δεν αποτελούν πλέον μεμονωμένα περιστατικά, αλλά καθημερινή πρακτική με τραγικά αποτελέσματα. Στην ίδια σήψη και τμήματα οργανωμένων οπαδών με εθνικιστικά και ρατσιστικά μορφώματα, τα οποία επιχειρούν να συνδέσουν την βίαιη δράση τους με οπαδικά κίνητρα, με στόχο την τρομοκράτηση της μεγάλης μερίδας του φίλαθλου κόσμου.

Άρα λοιπόν κύριε Υπουργέ. Η εξάλειψη του φαινομένου της οπαδικής βίας, είναι θέμα ιδιωτικής ή δημόσιας αστυνόμευσης; Είναι θέμα ηλεκτρονικού εισιτηρίου; Είναι θέμα χρήσης καμερών; Είναι θέμα δημιουργίας Τμήματος Αθλητικής Δικαιοσύνης; Και άλλα τα οποία μας είπατε; Είναι μόνο αυτά;

Γιατί, εάν βγάλουμε από την εξίσωση την κοινωνιολογική και ταξική διάσταση του φαινομένου, με όλες τις αντιθέσεις του, αυτό που μένει είναι ο κρατικός παράγοντας και η προσέγγιση - διαχείριση του φαινομένου από την ίδια την πολιτεία.  Γιατί, εάν δεν κάνω λάθος, κύριε Υπουργέ, άλλοι αθλητικοί φορείς ενισχύονται οικονομικά κι άλλοι όχι. Άλλοι έχουν ασυλία και επιείκεια απέναντι στην αθλητική νομοθεσία και σε άλλους ο πέλεκυς πέφτει βαρύς. Άλλοι εξασφαλίζουν τη βιωσιµότητά τους, µε την πολιτεία να τους χαρίζει εκτάσεις προνομιακά, να νομοθετεί υπέρ τους και να τους κτίζει γήπεδα, ενώ άλλοι δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Σε άλλους χαρίζονται χρέη και σ’ άλλους όχι. Σε άλλους δίνονται ενημερότητες και παρατάσεις και σε άλλους όχι.

Η αναξιοπιστία λοιπόν της πολιτείας και ο παραγοντισμός των μεγάλων και μικρών οικονομικών συμφερόντων, είναι αυτά που διοχετεύουν φαρμάκι στη φίλαθλη κοινότητα. Είναι αυτά που προσδίδουν διαστάσεις πραγματικού πολέμου συμφερόντων, µέρος του οποίου γίνονται και οι φίλαθλοι, μέσα από ιδιόμορφους κοινωνικούς µηχανισµούς (ταύτιση με κάποια ομάδα κτλ.) και οργανωμένους οπαδικούς στρατούς. Αλλά μιας και μιλάμε για οπαδικούς στρατούς. Αλήθεια κ. Υπουργέ, τι έχει γίνει με τις φίλαθλες οργανώσεις, τις οποίες μια αθλητική εταιρεία υποχρεούται να αναγνωρίσει βάση του νόμου 2725/99 (άρ. 41 παρ. 13) αλλά και του ν. 3057/2002 (άρ. 3); Τελικά εφαρμόστηκαν ποτέ οι διατάξεις αυτές; 

Ή μήπως δε βόλευε το σύστημα γιατί αλληλο – εξυπηρετείτο από αυτή την κατάσταση. Γιατί ως γνωστόν, το γήπεδο ήταν και είναι ο κυματοθραύστης των πραγματικών κοινωνικών συγκρούσεων και το πεδίο εκτόνωσης της λαϊκής οργής. Ήταν και είναι το πεδίο που συνυπάρχει η βία των φτωχών με την βία των εύπορων, των οργανωμένων και των δικτυωμένων. Ένα πεδίο ακίνδυνο για το κράτος, το οποίο καλλιεργεί και διαχέει μέχρι και σήμερα το κλίμα της όξυνσης. Ένα κλίμα, που ανατροφοδοτείται από τις αθλητικές εφημερίδες, τους αθλητικούς ραδιοσταθμούς αλλά και τις διοικήσεις, οι οποίες έχουν κάθε συμφέρον να διατηρούν μάχιμους στρατούς οργανωμένων οπαδών.     

Εμείς λοιπόν πιστεύουμε, ότι ο αθλητισμός γενικά και το ποδόσφαιρο ειδικά, δεν πυροδοτούν τη βία. Αντίθετα αποκαλύπτουν την κρίση, η οποία έχει κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά, ηθικά και αξιακά χαρακτηριστικά. Αποκαλύπτουν το παράπλευρο και παρασιτικό σύστημα ανομίας, μέσα από το οποίο κατασπαταλήθηκαν τεράστιοι πόροι, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν προς όφελος των κοινωνικών αναγκών, στη βάση ενός διαφορετικού αθλητικού προτύπου.

Πιστεύουμε λοιπόν, ότι το φαινόμενο δεν αντιμετωπίζεται με ημίμετρα. Αντίθετα αντιμετωπίζεται με πολιτική βούληση. Αντιμετωπίζεται, με σύγκρουση και ρήξη με όλα τα παραπάνω που σας ανέφερα. Αντιμετωπίζεται με  βαθιές τομές και με αίσθημα δικαίου. Αντιμετωπίζεται με την δημιουργία ενός διαφορετικού και υγιούς αθλητικού προτύπου. Στα πρότυπα ευρωπαϊκών χωρών όπως είναι η Δανία, η Ολλανδία, η Νορβηγία. Ακόμα και της Γερμανίας αν θέλετε, όπου οι διοικήσεις των ομάδων, ορίζονται από γενικές συνελεύσεις των μικρομετόχων και των μελών, όπου το ερασιτεχνικό σωματείο κατέχει το 51%. Και όχι από έναν μεγαλοπαράγοντα – επενδυτή, ο οποίος μπαίνει στον αθλητισμό για να πλουτίσει και να ασκήσει πίεση με όλα τα μέσα, στην εκάστοτε πολιτική ηγεσία, προκειμένου είτε να έχει ασυλία είτε να πλουτίσει στήνοντας άλλες δουλειές με το ελληνικό δημόσιο.  Αντιμετωπίζεται με τον θεσμό του συνηγόρου του φιλάθλου όπως έχει θεσμοθετηθεί στην Αγγλία.. Αντιμετωπίζεται με τη δημιουργία Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Διαφάνειας κι Ελέγχου Νομιμότητας για τον Αθλητισμό, όπως ακριβώς υπάρχει και στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, με αυξημένες μάλιστα αρμοδιότητες στον έλεγχο. Αντιμετωπίζεται με πρόληψη και διαπαιδαγώγηση των παιδιών στα σχολεία. Αλλά και με μία σειρά από άλλες παρεμβάσεις και ρήξεις.        

Κρίνουμε λοιπόν, ότι το μεγάλο θέμα της οπαδικής βίας, δεν περιορίζεται σε μια ενημέρωση στο πλαίσιο μιας κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Υπερβαίνει κάθε ημίμετρο και απαιτεί ριζοσπαστικές τομές σε όλα τα επίπεδα. Κάτι που δεν φάνηκε από την σημερινή ενημέρωση.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.